Παραδόξως ο παραπάνω τίτλος δεν αφορά ένα κινηματογραφικό ρομαντικό blockbuster ή ένα νέο βιβλίο του Paulo Coelho. Αντίθετα - και κάπως απροσδόκητα - είναι η συνοπτική ένδειξη του πειράματος των καθηγητών της Ιατρικής Σχολής του Harvard, Louisa Sylvia και Ronald Hirschberg σε συνεργασία με τον Τεξανό μουσικοσυνθέτη Darden Smith και τον τραγουδοποιό James House, οι οποίοι κατέληξαν πως οι «αόρατες πληγές» των βετεράνων Αμερικανών πεζοναυτών άρχισαν να επουλώνονται ταχύτερα μέσω ενός τύπου συνεργατικής στιχουργικής διαδικασίας και σύνθεσης. Πιο συγκεκριμένα, δέκα βετεράνοι Αμερικάνοι στρατιώτες, οι οποίοι παρουσίαζαν εμφανή σημάδια PTSD, εργάστηκαν σε ζευγάρια μαζί με στιχουργούς και συνθέτες ώστε να συγγράψουν μαζί τις εμπειρίες τους από τον πόλεμο σε στίχους, τους οποίους οι τελευταίοι θα μετέτρεπαν σε ολοκληρωμένες μουσικές συνθέσεις.

Ο στόχος του πειράματος ήταν οι επιστήμονες να κατανοήσουν εφόσον και πόσο το «δικό» τους τραγούδι θα βοηθούσε τους βετεράνους να αντιμετωπίσουν επιτυχέστερα τα συμπτώματα που σχετίζονταν με μετατραυματικό στρες. Ας το δούμε λίγο πιο αναλυτικά.

 

Η δύσκολη επιστροφή στο σπίτι.

Είναι ευρέως γνωστό πως πάρα πολλοί στρατιώτες επιστρέφουν από την εμπόλεμη ζώνη κουβαλώντας άπειρους δαίμονες μέσα τους. Ακόμα κι αν οι ίδιοι απέφυγαν κάποιον σωματικό τραυματισμό, η φρίκη της εμπόλεμης καθημερινότητας, σε συνδυασμό με την πίεση της απόδοσης και τον καθημερινό φόβο της επιβίωσης αναπόφευκτα προκαλούν βαθύτατους ψυχολογικούς τραυματισμούς οι οποίοι - σαν όλους τους άλλους τραυματισμούς - ακολουθούν τους στρατιώτες πίσω σπίτι.

Όμως, το σπίτι συχνά δε μοιάζει πια τόσο φιλόξενο. Οι περισσότεροι ψυχολογικά τραυματισμένοι στρατιώτες βρίσκουν την επανένταξη στην πρώην καθημερινότητα τους ιδιαίτερα δύσκολη έως και αδύνατη, ενώ οι σχέσεις τους με την οικογένεια τους σύντομα δοκιμάζονται έντονα μόλις αρχίσει να ξεφτίζει η χαρά της επιστροφής. Όπως δήλωσαν οι βετεράνοι συμμετέχοντες στο πείραμα Blair Morin και John Oliveira, τον πρώτο καιρό πίσω στις ΗΠΑ παρουσίασαν έντονες τάσεις αυτοαπομόνωσης, άρνησης, ενοχής, επιθετικότητας και ανικανότητας έκφρασης των συναισθημάτων τους, με αποτέλεσμα να περάσουν ένα πολυετές διάστημα υπαρξιακής κρίσης και συναισθηματικού αδιεξόδου που ταλαιπωρούσε τόσο εκείνους όσο και τους δικούς τους. Λες και ο πόλεμος να μην τελείωσε, αλλά να πέρασε απλώς σε μια επόμενη, παραδόξως δυσκολότερη - και μοναχικότερη - φάση.

 

Η διαδικασία του πειράματος.

Το πείραμα διεξήχθη στα πλαίσια του προγράμματος Home Base του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης υπό την αρωγή των Boston Red Sox, της θρυλικής ομάδας baseball της Βοστόνης. Η επιστημονική αποτύπωση της ιδέας του Smith που εμπνεύστηκαν οι δύο καθηγητές παρουσίασε ιδιαίτερα αποτελέσματα τόσο στη διαδικασία συγγραφής των στίχων όσο - κυρίως - στη μετέπειτα ακρόαση του τραγουδιού από τους βετεράνους. Ιδανικά, οι συμμετέχοντες στο πείραμα θα κατάφερναν να εκφράσουν τόσο τις σκέψεις όσο και τα συναισθήματα που τους στοίχειωναν καθημερινά μέσω ενός τρόπου που οι ίδιοι δε θα επέλεγαν μάλλον ποτέ μόνοι τους, εμφανίζοντας παράλληλα θεραπευτική βελτίωση.

Όπως δήλωσε ο Oliveira, η διαδικασία σύνθεσης των στίχων αποδείχθηκε ιδιαίτερα επίπονη και απαιτητική για τον ίδιο, τόσο συναισθηματικά όσο ακόμα και σωματικά, οδηγώντας όμως σ’ ένα απροσδόκητο για τον ίδιο αποτέλεσμα που είχε μια πραγματική ιστορία να πει. Αντίστοιχα, ο Morin παρατήρησε πως η συνεργασία του με τον στιχουργό τον βοήθησε να «καταρρίψει κάποιους τοίχους» που δεν είχε καταφέρει μέσω της χρόνιας ψυχοθεραπείας που ακολουθούσε, καθώς για καιρό απέφευγε να σκάψει όσο πιο βαθιά μπορούσε μέσα του.

Όμως, η διαδικασία ακρόασης των τραγουδιών ήταν αρχικά εξίσου δύσκολη - αν όχι δυσκολότερη. Ο Oliveira χαρακτηριστικά εκμυστηρεύτηκε πως τις πρώτες μέρες που έπρεπε ν’ ακούσει το τραγούδι του δε μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα του. Σταδιακά όμως, ξεκίνησε να το μοιράζεται με την οικογένεια του και τους ανθρώπους του στενού του κύκλου ώστε να τους βοηθήσει να κατανοήσουν σε κάποιο βαθμό τι ακριβώς είχε βιώσει στο Αφγανιστάν. Ο Morin σταδιακά βρήκε κι εκείνος γαλήνη στο δικό του τραγούδι, ακούγοντας το δύο και τρεις φορές την ημέρα, υπενθυμίζοντας στον εαυτό του να αξιολογεί τα πράγματα στη βάση που τους αξίζουν, ως έμπνευση να συνεχίσει τη διαδικασία επούλωσης των πληγών του. Αδιαμφησβήτητα, η διαδικασία έφερε πρακτικά αποτελέσματα στην καθημερινότητα των βετεράνων, τα οποία πλέον έπρεπε να «μετρηθούν» επιστημονικά.

 

Η επιστημονική αποτίμηση.

Οι επιβλέποντες καθηγητές του πειράματος θεωρούν πως η προσπάθεια τους ήταν επιτυχής. Η επιστημονική ομάδα έδωσε στους βετεράνους την οδηγία ν’ ακούν το τραγούδι τους για έναν μήνα, κατά τη διάρκεια του οποίου οι αντιδράσεις τους θα παρακολουθούνταν μέσω μιας συσκευής Fitbit. Μελετώντας τα αποτελέσματα η Δρ. Sylvia κατέληξε πως η κεντρική τους επιστημονική υπόθεση - αν δηλαδή η συνεργατική στιχουργική διαδικασία βοηθάει ψυχοθεραπευτικά τους βετεράνους - απεδείχθη αρκετά αληθής ώστε να σχεδιαστεί μια μεγαλύτερη και βαθύτερη έρευνα σχετικά με τις δύο αυτές μεταβλητές. Η παρακολούθηση των συμμετεχόντων ανέδειξε πως τόσο η σωματική όσο και η συναισθηματική τους υγεία βελτιώθηκαν αισθητά, καθώς παρουσίασαν περισσότερο εύρυθμη καρδιακή λειτουργία, ποιοτικότερο ύπνο, αύξηση φυσικής δραστηριότητας, καθώς και συναισθηματική ευεξία. Αδιαμφησβήτητα λοιπόν, το πείραμα έδωσε τις πλέον ενθαρρυντικές απαντήσεις που θα μπορούσε κανείς να περιμένει.

Οι Sylvia και Hirschberg κατέληξαν πως μέσω των τραγουδιών τους, οι βετεράνοι στρατιώτες κατόρθωσαν να αναβιώσουν τις εμπειρίες που τους σημάδεψαν και να τις αντιμετωπίσουν με αυτοπεποίθηση, καθιστώντας την ψυχοθεραπευτική τους διαδικασία ευκολότερη και ταχύτερη. Ο Hirschberg χαρακτηριστικά θεωρεί πως τα συγκεκριμένα τραγούδια έχουν απερίγραπτη δύναμη μέσα τους καθώς έχουν γραφτεί από ανθρώπους που βίωσαν στ’ αλήθεια όλα όσα περιγράφονται μέσα σ’ αυτά. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η φοιτητική εφημερίδα των φοιτητών του Harvard, όταν σε μια συναυλία όπου ο εμπνευστής του προγράμματος Smith παρουσίασε με τον House τα τραγούδια στο κοινό, ο Hirschberg παρατήρησε πως ελάχιστοι έμειναν ασυγκίνητοι από το περιεχόμενο των στίχων. Την καλλιτεχνική αποτίμηση του Hirschberg φέρονται να μοιράζονται οι περισσότεροι που έχουν έρθει σε επαφή με πτυχές του προγράμματος. Ως αποτέλεσμα, ο Smith κατόρθωσε να στρέψει το ενδιαφέρον αρκετών συναδέλφων του στα τραγούδια των βετεράνων, μεταξύ αυτών και της folk τραγουδίστριας Mary Gauthier η οποία τα μετέτρεψε σ’ ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ με τίτλο “Rifles & Rosary Beads” το οποίο διεκδίκησε το βραβείο Grammy στην κατηγορία folk για το 2019.

 

Η σημασία της ιστορίας.

Αποτελούν αυτά τα τραγούδια μια μουσική αποκάλυψη; Μάλλον όχι. Τα ακόρντα και οι μελωδίες που τα ντύνουν μπορεί κανείς να τα βρει στην ιστοριογραφία της country ανά τις δεκαετίες χωρίς καμία δυσκολία. Το “Rifles & Rosary Beads” δεν έσπρωξε τη μουσική προς μια άγνωστη κατεύθυνση, ούτε δημιούργησε κάποιο ρεύμα, ενώ όποιον δεν τον ενδιαφέρει το υπόβαθρο της σύνθεσης αυτών των τραγουδιών είτε θα τα αγνοήσει, είτε - πιθανότατα - δε θα μάθει ποτέ για την ύπαρξη τους.

Όμως, αυτά τα τραγούδια έχουν πολύ περισσότερη σημασία απ’ όση θα μπορούσε ποτέ να σημαίνει η οποιαδήποτε δημοφιλία τους. Όπως ολόσωστα πιστεύει ο Hirschberg και όπως ο ίδιος ο Oliveira θεωρεί για το δικό του, αυτά τα τραγούδια έχουν μια αυθεντική ιστορία να πουν, κυρίως γιατί έχουν γραφτεί από τους ανθρώπους που μόνο εκείνοι θα μπορούσαν να τα γράψουν. Όπως τα νέγρικα μπλουζ του Αμερικάνικου Νότου είχαν έναν χαρακτήρα που δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί, έτσι και οι στίχοι των βετεράνων κρύβουν μέσα τους τη δύναμη, την αλήθεια και την αυθεντικότητα βιωμάτων και συναισθημάτων που ίσως ούτε στιχουργοί του επιπέδου των Bob Dylan, Johnny Cash, Neil Young και Bruce Springsteen ίσως δε θα μπορούσαν να μιμηθούν ή να πλησιάσουν.

Το πείραμα αυτό, καθώς και ο τρόπος που το βίωσαν οι συμμετέχοντες, αποτελεί μια εξαιρετική υπενθύμιση για όλους όσοι έχουν συνηθίσει να καταναλώνουν τη μουσική εστιάζοντας σε τεχνικά, αμιγώς μουσικά χαρακτηριστικά, αναλωνόμενοι σε ουσιαστικές και μη αναλύσεις, από την ευρηματικότητα των riffs και το εύρος της φωνής, μέχρι το επίπεδο της παραγωγής, του mastering αλλά και του εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε για την ηχογράφηση του κάθε δίσκου. Η σωστή  μουσική και τεχνολογική μελέτη όλων αυτών των παραμέτρων είναι θεμιτή κι εξαίρετη, ασυζητητί, όμως δεν αποτελεί πάντα την ουσία.

Η προσπάθεια των ακαδημαϊκών Sylvia και Hirschberg αλλά και των μουσικών Smith και House αναδεικνύει πως ένας από τους ρόλους της μουσικής είναι η συναισθηματική ανάγκη της επικοινωνίας μιας ιστορίας, στη μάχη που δίνει ο στιχουργός με τον εαυτό του απέναντι στον οποιονδήποτε δαίμονα, για τον οποιονδήποτε λόγο, και στην προσπάθεια του να τη μοιραστεί με άλλους με την ελπίδα πως κι εκείνοι θα δουν ένα κομμάτι του εαυτού τους μέσα της είτε άμεσα, είτε έμμεσα.

Ο Morin δήλωσε πως η συμμετοχή του στο πείραμα συνέβαλε στην ψυχοθεραπεία του, βοηθώντας τον να γίνει καλύτερος πατέρας. Η σημασία του πειράματος ίσως συνοψίζεται σε αυτή την πρόταση, και ίσως είναι ο δικός μας λόγος την επόμενη φορά που θα ακούσουμε μια καινούργια δουλεία να εστιάσουμε σε κάτι που συχνά περνάει απαρατήρητο: την ιστορία που ίσως έχει το τραγούδι να πει. Μπορεί γι’ αυτόν που την υπογράφει να σημαίνει τα πάντα και για τον ακροατή περισσότερα απ’ όσα ίσως θα περίμενε.

 

- Άγης Παπαγεωργίου -

 

Χρήσιμα links:

https://www.youtube.com/watch?v=b3sLnUcovSQ

https://www.marygauthier.com/store/rifles-rosary-beads